Έρωτας ήταν και πέρασε σαν Τσαγκαροδευτέρα. <<Μια ζωή πληρώνω αμαρτίες αλλωνών…>>, ακούγεται από το τρανζιστοράκι του ηλεκτρολογείου στο ισόγειο και σκαρφαλώνει ο σκοπός έναν έναν τους ορόφους. Η αυτογνωσία του κατεργάρη φίλε. Κι όμως έτσι είναι. Ερωτευόμαστε κορίτσια ή αγόρια όμορφα και λυγερά, με τα οποία κάποιοι άλλοι πριν από εμάς, ερωτεύτηκαν φορτώνοντας τα μ’έναν τόνο ανασφάλειες, κόμπλεξ και ψυχοτραύματα, τα οποία σ’ εκείνους είχαν φορτώσει κάποια άλλα κορίτσια ή αγόρια όμορφα και λυγερά, κοντά και σκυθρωπά, χοντρά και χαμογελαστά. Έτσι, γραμμάτια και επιταγές κάποιων αγνώστων, κάπου, κάποτε, βρίσκονται στα χέρια μας από τον κομιστή ζητώντας εξόφληση. Ερωτευμένοι σχιζοφρενείς, στο ρουλεμάν του έρωτα. Ερωτευόμαστε για να ξεφύγουμε από τον προηγούμενο, που οι προηγούμενοι παρέδωσαν σ’ εμάς ’’σημαδεμένο’’, για να τον παραδώσουμε στους επόμενους. Και κάθε αρχή νέα ποινή. Δραπέτες από το κάτεργο του παλιού, έγκλειστοι στην απομόνωση του καινούριου. Τη μια ανεβαίνουμε με βηματισμό μποξέρ στο ρινγκ, την άλλη σαν σε πασαρέλα. Αυτά έχει όπως μας δασκάλεψαν η μάχη των δύο φύλλων, του ασθενούς και του ισχυρού, του γιν και του γιανγκ, πέντε κρίκοι ένα τάλιρο κι άλλα τέτοια νόστιμα. Ψωνίσαμε από σβέρκο φίλε. Στην κόψη του καβάλου ο έρωτας τελειώνει και η αγάπη ακολουθεί, μόλις το φερμουάρ με δυσκολία κλείσει. Γι’ αυτό σου λέω, πιο καλή η μοναξιά, αρκεί να έχει…λεφτά αισθήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου